Σάββατο 3 Μαΐου 2014

ΤΟ ΠΑΙΔΙ ΚΑΙ Η ΜΗΤΕΡΑ ΣΤΗ ΠΟΙΗΣΗ ΤΟΥ ΝΙΚΗΦΟΡΟΥ ΒΡΕΤΤΑΚΟΥ




Ένας από τους σπουδαίους ποιητές και πεζογράφους, που δεν αναφέρονται συχνά όπως άλλοι, είναι ο Νικηφόρος Βρεττάκος, ο ποιητής της αγάπης και της ειρήνης. Προικισμένος με σπάνια ποιητική ευαισθησία έκανε ποίηση τον πόνο του ανθρώπου.
''Το θέμα της ποίησης του Βρεττάκου είναι ο πονεμένος, ο τραυματισμένος, ο βασανιζόμενος άνθρωπος. Ο άνθρωπος αυτός είναι η θρησκεία του σε όλη του την ποίηση".(Περικλή Ν.Καλοδίκη :Η Νεοελληνική Λογοτεχνία, Τόμος Δ΄ Νικηφόρος Βρεττάκος).
Στα μισά ποιήματα του υμνεί τη γυναίκα, τη φύση, την καλοσύνη. Ατενίζει το άνθισμα των δέντρων, θαυμάζει τις πορτοκαλιές της πατρίδας του, της Σπάρτης. Στα άλλα μισά θρηνεί για τη βαρβαρότητα των ανθρώπων, για τον πόλεμο, για το " παιδί με τη φυσαρμόνικα "
Εκφράζει τις ποιητικές του ιδέες με προσωπικά σύμβολα που αποτελούν τα στηρίγματα του έργου του.






Νικηφόρος Βρεττάκος &Τερψιχόρη Παπαστεφάνου,  Τ΄όνομά σου
τραγούδι :  Δανάη Μπαραμπούτη και Χορωδία Τρικάλων
δίσκος:  Ελεύθεροι Πολιορκημένοι ( 1971 )





Τ’ όνομά σου: ψωμί στο τραπέζι.
Τ’ όνομά σου: νερό στην πηγή.
Τ’ όνομά σου: αγιόκλημα αναρριχώμενων άστρων.
Τ’ όνομά σου: παράθυρο ανοιγμένο τη νύχτα στην πρώτη του Μάη.
Τ΄όνομα σου : ρινίσματα ήλιου
Τ’ όνομά σου: στροφή από φλάουτο τη νύχτα.



.
Τ’ όνομά σου: στα χείλη των αγγέλων τριαντάφυλλο.
Τ’ όνομά σου: κουδούνισμα αλόγων που σέρνουν την άνοιξη πίσω τους.
Τ’ όνομά σου: βροχούλα στου σπορέα το μέτωπο.
Τ’ όνομά σου: περίσσευμα στου βοσκού την καλύβα.
Τ’ όνομά σου: τοπίο χωρισμένο με χρώματα.
Τ’ όνομά σου: δυο δρυς που το ουράνιο τόξο στηρίζει τις άκρες του.
Τ’ όνομά σου: ένας ψίθυρος απ’ αστέρι σε αστέρι.
Τ’ όνομά σου: ομιλία δυο ρυακιών μεταξύ τους.
Τ’ όνομά σου: μονόλογος ενός πεύκου στο Σούνιο.
Τ’ όνομά σου: ένα ελάφι βουτηγμένο ως το γόνατο σε μιαν άμπωτη ήλιου.
Τ’ όνομά σου: ροδόφυλλο σ’ ενός βρέφους το μάγουλο.
Τ’ όνομά σου: πεντάγραμμο στις κεραίες των γρύλλων.
Τ’ όνομά σου: ο Ηνίοχος στην άμαξα του ήλιου.
Τ’ όνομά σου: πορεία πέντε κύκνων που σέρνουν την πούλια μεσούρανα.
Τ’ όνομά σου: Ειρήνη στα κλωνάρια του δάσους.
Τ’ όνομά σου: Ειρήνη στους δρόμους των πόλεων.
Τ’ όνομά σου: Ειρήνη στις ρότες των πλοίων.
Τ’ όνομά σου: ένας άρτος βαλμένος στην άκρη της γης, που περίσσεψε.
Τ’ όνομά σου: αέτωμα περιστεριών στον ορίζοντα.
Τ’ όνομά σου: αλληλούια πάνω στο Έβερεστ.
Από τη συλλογή Ο χρόνος και το ποτάμι (1957) του Νικηφόρου Βρεττάκου
Πηγή: Νικηφόρος Βρεττάκος, η εκλογή μου, ποιήματα 1933-1991(εκδ. Ποταμός, 2008)






ΠΑΙΔΙ & ΜΗΤΕΡΑ

Από τα συγκεκριμένα σύμβολα του, πρέπει να ξεχωρίσουμε  την μητέρα  που σύμφωνα με τον ποιητή είναι η πηγή της ζωής, η ζωντανή παρουσία και επαλήθευση των αξιών που μας κρατάνε στη ζωή.
Το παιδί κατέχει εξέχουσα θέση μέσα στο ποιητικό του έργο. Ο ποιητής έχει γράψει 37 ποιήματα για το παιδί και σε πολλά ακόμα αναφέρεται σε αυτά με μερικούς στίχους.








Η μητέρα είναι  η προσωποποίηση ενός μεγάλου ιδανικού.
Χαρακτηριστικοί οι στίχοι από το ποίημα:


Η μητέρα μου στην εκκλησιά 


Άλλαξε τη μπόλια της η μητέρα μου κι
 ετοιμάστηκε
 να πάει στην εκκλησία. 
Καθαρή σαν αστέρι,
παρόλα τα μαύρα της, κατεβαίνει τα πέτρινα
 σκαλοπάτια κοιτάζοντας την ευγένεια του 
ήλιου
και τις άσπρες πορτοκαλιές. Δεν ξέρει η μητέρα
 μου
 τι είναι ο ήλιος. Τον φαντάζεται
αγάπη που ανατέλλει στον ουρανό _ δεν ξέρει
 η μητέρα μου.

Δεν ξέρει αν ήτανε Σάββατοχτες,
δεν ξέρει αν αύριο είναι Δευτέρα.
Ωστόσο τις μέρες τις γνωρίζει καλά.
Η Κυριακή μυρίζει βασιλικό
κι η φωνή της καμπάνας είναι γλυκιά.
Δεν ξέρει πώς γίνεται. Γύρω της όλα 
φαίνονται φρέσκα, δείχνουν αλλιώς.


Από τη στιγμή της γέννησης το παιδί έχει ανάγκη τη μάνα αλλά και η μάνα από αυτό. Καθώς το παιδί μεγαλώνει , μεγαλώνει και η αγωνία της μάνας για το τι θα αντιμετωπίσει το παιδί της. Πρέπει να τονίσουμε ότι ο ποιητής έζησε σε μια εποχή που σφραγίστηκε από δυο πολέμους και γνώρισε τον αγώνα όλων, ακόμα και των μικρών παιδιών για να επιζήσουν.



 Η μητέρα στενοχωριέται για την άσχημη μοίρα του παιδιού της στο ποίημα: 

Το παιδί με τα σπίρτα

                                                Το παιδί της μεγάλωσε. Έκλεισε σήμερα 
                                                τα έξι του χρόνια. Το χτένισε όμορφα. 
                                                Δεν θα ΄χει πια ανάγκη. Περνά και το βλέπει.
                                                Στη γωνιά της πλατείας στέκει σαν άντρας.
                                                Απ΄τα πέντε κουτιά σπίρτα έχει κιόλας
                                                πουλήσει τα τέσσερα. Παίζει ο χειμώνας
                                                στα δέκα του δάχτυλα. Έγινε νύχτα.
                                                Κοιτάζει η μητέρα του δεξιά της, ζερβά της, απάνω και κάτω.
                                                Σκοτάδι:

                                              ¨<<Ας μπορούσεν ανάβοντας το παιδί μου ένα σπίρτο
                                                ..............να φωτίσει τον κόσμο.>>

Όταν το παιδί μεγαλώσει και πάει στον πόλεμο, η μάνα πολεμάει μαζί του για την ελευθερία.

 Μάνα και Γιος

Στης ιστορίας το διάσελο όρθιος ο γιος πολέμαγε
κι η μάνα κράταε τα βουνά, όρθιος να στέκει ο γιος της,
μπρούντζος,χιόνι και σύννεφο. Κι αχολόγαγε η Πίνδος΄
σα να ΄χε ο Διόνυσος γιορτή. Τα φαράγγια κατέβαζαν
τραγούδια κι αναπήδαγαν τα έλατα και χορεύαν
οι πέτρες. Κι όλα φώναζαν: " Ίτε  παίδες Ελλήνων..."
Φωτεινές σπάθες οι ψυχάς σταύρωναν τον ορίζοντα,
ποτάμια πισωδρόμιζαν, τάφοι μετακινιόνταν.
Κι οι μάνες τα κοφτά γκρεμνά σαν Παναγιές τ΄ανέβαιναν
Με την ευκή στον ώμο τους κατά το γιο παγαίναν
και τις αεροτραμπάλιζε ο άνεμος φορτωμένες
κι έλυνε τα τσεμπέρια τους κι έπαιρνε τα μαλλιά τους
κι έδερνε τα φουστάνια τους και τις σπαθοκοπούσε,
μ΄αυτές αντροπατάγανε, ψηλά, πέτρα την πέτρα,
κι ανηφορίζαν στη γραμμά, όσο που μες στα σύννεφα
χάνοντανορθομέτωπες η μια πίσω απ΄την άλλη.


Ο πόνος στο χαμό του παιδιού είναι αβάσταχτος

Δυο μητέρες νομίζουν πως είναι μόνες


Ο γιος της σκοτώθηκε πριν έξι μήνες
Τώρα κάθε πρωί που ανοίγει την πόρτα της,
είναι ένα πένθος. Νομίζεις πως βλέπεις,
έξω από χρόνο και χώρο: το πένθος.

Το βράδυ, το ίδιο:

Σπρώχνει την πόρτα
σα να σωριάζεται. Μπαίνει τρεκλίζοντας
ανάβει το φως. Η μαύρη της μπόλια
είναι λυμένη. Οι άκρες της κρέμονται
ως κάτου στο πάτωμα. Στον τοίχο, αντίκρυ της
η εικόνα ταράζεται. Η Παναγία τη βλέπει,
τρέμουν τα χέρια της, θα της φύγει θαρρείς,
θα της πέσει το βρέφος της.

Τα χείλη της σφίγγονται, η κόκκινη

μαντίλα της παίζει. Θέλει να την
βοηθήσει, αλλά – το σπίτι είναι έρημο.
Δεν έχει σε ποιον ν’ αφήσει σ’ αυτόν
τον κόσμο για μια στιγμή το παιδί της.



Πολλά ποιήματά του περιλαμβάνουν παιδικές αναμνήσεις.


Το άνοιγμα της πόρτας

«…Λοιπόν, το στερέωμα είναι αγάπη.
Ποτέ δε θα πέσει…»
Γυρνώ τραγουδώντας.
Στα πόδια μου σκόνη απ’ όλα τα έθνη. Απ’ όλους
 τους πόνους.
Στην κόμη μου στάχτη. Μισανοίγω την πόρτα.
Στο βάθος το τζάκι. Και δίπλα η μητέρα μου.
Τινάζεται όρθια, ξαφνιάζεται, τρέχει.
Διπλώνω τα χέρια μου γύρω στους ώμους τη
Ρίχνω το μέτωπο πάνω στο στήθος της.
«Δός μου μια τούφα χλόης…
να κοιμηθώ…»
 Δός μου τ’ άγιο σου χέρι,
να γράψω ένα ποίημα. Όχι με λέξεις.
Όχι πια λέξεις! Μ’ ένα μου φίλημα.
Πάρε τώρα τα δέκα κουρασμένα μου δάχτυλα,
κρέμασε τα στον τοίχο να στεγνώσουνε. Κοίταξε
Στάζουν έρημο, αγέρα, λύπη, και θάλασσα.




. Διαβάζοντάς αυτό το βιβλίο , μαθαίνουμε πολλά για τη ζωή του μεγάλου Έλληνα ποιητή και πεζογράφου Νικηφόρου Βρεττάκου. Για τα ξένοιαστα παιδικά του χρόνια, που έζησε κοντά στη φύση. Για τη σχέση του με τον καλόκαρδο πατέρα του, την πανάξια μητέρα του, τα αδέρφια και τους φίλους του. Για το πάθος που είχε για τα βιβλία και τη λατρεία του για την ποίηση. Θα μάθεις επίσης για τις δύσκολες εποχές που έζησε, για τον καθημερινό του αγώνα κάτω από τον ελληνικό ήλιο, αλλά και για τα βραβεία που κέρδισε και τις τιμές που του έγιναν, με αποκορύφωμα την εκλογή του στην Ακαδημία Αθηνών. Και όλα αυτά μαζί με στίχους και λόγια μέσα από το ίδιο του το έργο, ένα μικρό απάνθισμα απ' όπου αποκαλύπτεται σ' εμάς ο μεγάλος υμνητής του ανθρώπου και της ελληνικής ζωής.



Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου